«Δεν κάνεις κουμάντο να κάμετε κοινότητα πέρα στο νησί;»

© Φωτό: Δέσποινα Σπύρου

Η δημιουργία της κοινότητας

Δημ: Πριν το `50 δεν είχαμε κοινότητα. Φορολογούσαν τον κόσμο -που `χεν και κόσμο τότες- παίρναν τους φόρους και πηαίναν στη Γιάλη, ας πούμε. Εδώ δεν πληρώναν τίποτι, δεν ηπροσήχαν το νησί, άνηκε στη Γιάλη το νησί, στην Κοινότητα εκεί. Επιβάλλαν φορολογία, ήρχουντο και τα μάζευε ένας εισπράκτορας και τα `παιρνε και τα πήαινε κάτω τα λεφτά για την Κοινότητα Αιγιάλης, κι εδώ δεν ηδούναν τίποτα […].

Κ: Και πώς και έγινε κοινότητα εδώ;    

Δημ: Βγήκε ένας νόμος πάλι και έλεγε ότι μπορεί ένας οικισμός ή ένα χωριό μεγάλο που `χει μέχρι 500 κατοίκους, 500 και πάνω να `χει, μπορεί να αποσπαστεί να γίνει κοινότητα. Όπως είναι στη Νάξο […] τα μικρά χωριά εκεί πάνω πάνω. Ε, ηβρέθην ο Χρήστος ο Μαρκουλής και ήτονε πρωτεργάτης τότες, ήτον ξυπνητός, ήγινε και πρόεδρος μετά, […] ο πατέρας της Παράσχως […]. Αυτός συνεργάστη με τον δήμαρχο της Νάξου, τον Προμπονά αυτόν που σου λέω, αυτόν που `χε τα ποτά, γιατί ήπαιρνε κι αυτός ποτά από κει και του τα `πεν αυτός που ήτο δήμαρχος «Έτσι κι έτσι, δεν κάνεις κουμάντο να κάμετε κοινότητα πέρα στο νησί, τα παίρνουν οι Γιαλίτες τους φόρους σας και τ` αυτά;» Ναι, και έπρεπε να μαζέψει υπογραφές και κατάλογο των κατοίκων πόσοι είναι, να φτάνει τους 500. Και τα κατάφερε κι ήρθε τότε και έγραψε καμιά τρακοσαριά που `ταν εδώ, τρακόσιους πενήντα, κι ήβαλε κι αυτους που `ναι στην Αθήνα και στο Κουφονήσι, Σκοπελίτες όλοι, Τσαβαρής από τη Νάξο, όποιοι ήτονε από δω, τους ηπέρασε κι ήκαμε έναν κατάλογο άνω των πεντακοσίων. […] Ήτον ξυπνητός, δεν ήτανε… Ήτον έμπορας αυτός. Τα πήε πέρα στον δήμαρχο, ο δήμαρχος τα `στειλε στη Νομαρχία κι από κει Υπουργείο Εσωτερικών και εγκρίθη. Με βασιλικό διάταγμα ιδρύθη η κοινότητα. Είχα ένα βιβλίο εγώ και το `χω δώκει του προέδρου βέβαια, που λέει το βασιλικό διάταγμα «Ιδρύθη η Κοινότητα Δονούσης, που απεσπάστη από την Κοινότητα Αιγιάλης.» Αυτό υπάρχει το βιβλίο στην κοινότητα, […] ναι, υπάρχει και λέει και για τους πληθυσμούς ανά δεκαετία. Το `χα εγώ για τον εαυτό μου, αλλά ήρτεν μου το γύρεψε, του το `δωκα, ακόμα δε μου το `φερε. Πάντως υπάρχει ένα βιβλίο τέτοιο που λέει για τη Δονούσα.

Οι πρώτοι δρόμοι αρχίνιξαν να γίνονται το 1954-55

Η κατασκευή των μονοπατιών

Δημ: Οι πρώτοι δρόμοι αρχίνιξαν να γίνονται το 1954-55. Έδωκε η Πρόνοια κάτι χρήματα στην κοινότητα και είχανε βάλει εργάτες και δουλεύαν όλοι. Από δω να πάει στο Μερσήνι κι από δω στην Καλοταρίτισσα. […] Υπήρχαν οι δρόμοι εκείνοι οι παλιοί, σαν κατσικόδρομοι που `τονε, αλλά με τις σκαφές που κάνανε τους ηστρώσαν λίγο τους δρόμους. Εκείνος ο δρόμος που πάει στον Κέντρο απάνω, το Ζήτα εκείνο, έχει σκαλάκια, αυτά εγίνησαν τότες δα, σκαλοπάτια και όλοι οι δρόμοι. Το θυμάμαι γιατί θαρρώ πως ηπληρώνουντο εδώ στην Κοινότητα με 14 δραχμές μεροκάματο. Ένα βοήθημα ήταν δηλαδή, 14 δραχμές, γιατί λέγανε να κάνεις τους δρόμους να πάρεις και 14 δραχμές. Υποτυπώδες μεροκάματο. 

Κάθε χρόνο βγάλαμε ένα πρόγραμμα τρία μεροκάματα να κάνει ο κάθε ένας από 18 χρονώ μέχρι 60

Ο θεσμός της προσωπικής εργασίας

Δημ: Το `55 και μετά που οργανώθη (η κοινότητα) καλά, γίνουντο και προσωπική εργασία σύμφωνα με το νόμο, και κάθε χρόνο βγάλαμε ένα πρόγραμμα, ο πρόεδρος βέβαια, τρία μεροκάματα να κάνει ο κάθε ένας από 18 χρονώ μέχρι 60, συμπεριλαμβανομένου του 60. Έτσι λέγαμε, ότι τάδε εποχή, ξέρω γω τώρα, τον Οκτώβρη, όταν δεν είχαν δουλειές, ή το Μάη, ξεκινήσαν και κάναν τη Δονούσα, εδώ στα χωριά μας μέσα, πλακοστρώσεις, τσιμεντοστρώσεις και όλα αυτά. Ήτον προσωπική εργασία.

Η: Ήταν υποχρεωτικό;

Δημ: Ναι, υποχρεωτικό. Ήτον νόμος του κράτους, να προσφέρεις τρία μεροκάματα προσωπική εργασία στην Κοινότητα, όπου σε διόριζε ο Πρόεδρος και το συμβούλιο να πα` να εργαστείς κι άμα δεν ηπήαινες είχε δικαίωμα το κοινοτικό συμβούλιο να σου βάλει εισφορά να πληρώσεις. Τα μεροκάματα τα πλήρωνε το δημόσιο ταμείο, υπέρ της Κοινότητας βέβαια κι αυτά. Ναι, και ήρχουντον όλοι, γιατί δεν είχαν και λεφτά, να πληρώνουνται τα μεροκάματά τους. Τότες φτιάξαν τις δρόμοι μες στα χωριά, τσιμεντοστρώσεις καταρχήν. Ήπαιρνε η Κοινότητα τσιμέντα, αμμοχάλικα, μαζεύαμε από τις παραλίες τότες, κάνανε από ένα κομμάτι κάθε χρόνο και φτιάξανε δρόμους, πρώτα ήτο χωματόδρομοι. Να πας από δω κάτω όλο λάσπες ήτονε, άμα έβρεχεν κιόλα. Μετά, τώρα τελευταία, ήβγε άλλο πρόγραμμα κι έλεγε να γίνουν και πλακοστρώσεις. Ε, πλακοστρώσαν πιο πολύ πάλι οι δρόμοι έτσι μ` αυτήν την πλάκα Καρύστου κι είναι πιο ωραίο.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ