Νερό δεν είχαμε κι είχαμε ένα παιδί το Γιώργο να μας κουβαλάει νερό
Εργάτης στην ανασκαφή. Το νερό από την πηγή του Μερσηνιού.
Φ: Νερό δεν είχαμε κι είχαμε ένα παιδί, το Γιώργο. Τώρα θα ζει φαντάζομαι. Θα ζει φαντάζομαι… Τότε θα `ταν 16-17 χρονώ, πανύψηλος, πελώριος. Τα πόδια του ήταν πενήντα εκατοστά και ξέρω ότι ο φύλακας του `λεγε, «Γιώργο, βρήκαμε μες στην πόρτα, του σπιτιού, τα δυο πόδια του Γιώργου ενωμένα!» Γι` αυτό ξέραμε πενήντα εκατοστά! Ο οποίος Γιώργος, η μόνη του δουλειά που τον είχαμε ως εργάτη, ήταν να μας κουβαλάει νερό. Το νερό ερχόταν απ` την Μερσίνη και υπήρχε… δεν ξέρω ακόμα αν αυτό ισχύει, ότι το νερό αυτό ερχότανε από μία πηγή απ` την Ικαρία. Το νερό ήταν πάρα πολύ ωραίο και εδώ που τα λέμε, στις Κυκλάδες για να έχεις και νερό έτσι, δεν είναι κι εύκολο. Λοιπόν κι ο Γιώργος μας έφερνε νερό. Τον φωνάζουν όλοι Γιώργαρο κι ήτανε σας λέω… ήταν – δεν ήταν 16 χρονώ, 17 μπορεί. Όχι, ήταν 18, ναι γιατί πήγε να περάσει … περιοδεύων. Και είχε έναν γάιδαρο, τα κουβάλαγε με το γάιδαρο. Δεν ήταν μουλάρι, ήταν γάιδαρος κι ανέβαινε-κατέβαινε ολημερίς, κουβαλούσε νερό. Δηλαδή, τις ώρες εργασίας του εργάτη ας πούμε, αυτός κουβαλούσε νερό. Αλλά το γάιδαρο τον είχε… ήτανε φίλος του, ήταν ο άνθρωπός του, και του μίλαγε. «Μην πας από δω θα χτυπήσεις τα πόδια σου, κάνε εκείνο» κι όταν τον σύγχιζε πολύ ο γάιδαρος, του λεγε: «Να σου δώσω δυο…», όχι σφαλιάρες… τώρα δε θυμάμαι τι τέλος πάντων. Αλλά δεν του λεγε θα σου σπάσω τα μούτρα. Του λεγε θα σου σπάσω τα μάτια. Τώρα, γιατί θα του σπαγε τα μάτια; Εμάς ήτανε […] που τον ακούγαμε… Είχε και μια φωνή βροντερή! «Ε, θα σου σπάσω τα μάτια!» κι ανέβαινε ο Γιώργος.
Το νερό της Πηγής και από πού έρχεται. Πλύσιμο ρούχων με στάχτη.
Κανόνες ποτίσματος στα περιβόλια. Η δίκη στην πηγή. Ιστορίες για νεράιδες στη βρύση.
Παλιές ιστορίες για πειρατές και κλέφτες. Η σπηλιά του Πονήρη, ζωοκλοπές, τα βασιλικά, οι Γαϊδουροσπηλιές.