Παντρεύγουντο ωραία, με τραπέζα, με βιολιά, με ωραία… Τώρα δεν είναι ωραία.

© Φωτό: Δέσποινα Σπύρου

Οι γάμοι στα παλιά χρόνια. Το γλέντι γάμου του Βαγγελιού

Φ: Γίνουντο […] ωραίοι γάμοι. […] Οι γάμοι τότες πραγματικώς ήταν ωραίοι. Ήθελεν να ξεκινηθούν με τα βιολιά, ωραία ωραία, τραπέζα, βέβαια. Ωραίοι γάμοι γίνουντο τότες.

Η: Στο Σταυρό γινόντουσαν όλοι;

Φ: Όχι, καθενής στο χωριό του. […]

Η: Εσείς πού παντρευτήκατε;

Φ: Εδώ μέσα. Γάμοι γίνουντον ωραίοι. Τώρα δεν είναι γάμοι, τώρα είναι σκατά. […] Άκουσε να σου πω Ηλία, θα σου πω μια κουβέντα. Τότες ηαγαπιούντον, ας πούμε. Ηπήαινε ο κάθε ένας να διαλέξει την κοπέλα. Δεν είχεν αυτήν την εξέλιξη που έχουνε τώρα, ζούνε μαζί χρόνια και μετά παντρεύγονται και μετά σε λίγον καιρό χωρίζουνε. Τότες δεν υπάρχαν αυτά. Υπάρχεν ένα σέβας, σέβουντον ο ένας τον άλλο.

Η: Δηλαδή τη γνώριζε και την παντρευόταν κατευθείαν; Δε μένανε…;

Φ: Ήρχουτον ο γαμπρός βέβαια στο σπίτι… Κατα πώς τη διορία που δώνανε. Ε, παντρεύγουντο ωραία, με τραπέζα, με βιολιά, με ωραία, ωραία, ωραία. Τώρα δεν είναι ωραία, τώρα είναι σκατά. […]

Η: Εσάς ο γάμος σας πώς ήτανε;

Φ: Εγώ ήτον ο πατέρας μου απεθαμένος, αλλά είχαμε μερικόν κόσμο. Ύστερι ήρθανε τα βιολιά, α, ωραία ήτανε. 

Η: Βιολιτζήδες από τη Δονούσα ή από άλλα μέρη;

Φ: Ήτον ο Σκοπελίτης ο Ηλίας, ο γιος του ο… Ήταν ωραία, ωραία. Ο γάμος του Βαγγελιού του Τσίφτη ήταν ωραίος γάμος. […] Λοιπό`, ήτονε η Τασούλα του κυρ-Νίκου η μάνα, μου λέει, «Βρε Φανή οι άντρες μας δε χορεύγου. Έρχεσαι», μου λέει, «να τραβήξωμε κάβο, να χορέψωμεν τη νύφη;» «Ε, και ποιος πάει», λέω, «τώρα εκείνο να…;» Λέω, «Ντρέπομαι.» Ε, το άκουσε ο Ηλίας ο Σκοπελίτης, θεός συχωρέστον, λέει, «Ε, αυτές οι γυναίκες θέλουν να χορέψουνε! […]. Εσύ» μου λέει «βάλε μπρος.» Αφού λοιπό σηκωθήκα για να χορέψω, ήτον ο συχωρεμένος ο Μήτσος απάνω στου συχωρεμένου του θείου του Γιώργου. Πάει ο παπάς, τον πιάνει από το χέρι, γιατί τον ηγάπαν το Μήτσο ο παπάς. Λέει, «Παπά, ξέρω ίντα τρέχει.» Α, τότες, τότες Ηλία μου τα χιλιάρικα ηβροντούσανε. […] «Έλα να ειδείς, έλα να ειδείς, κάτι γυναίκες που χορεύγου.» Ναι, πρόβαλε λοιπό ο συχωρεμένος, λέει, θεός συχωρέσ΄ τον, «Ελάτε να δείτε κάτι αγγέλους που χορεύγουνε, Καλοταριανοί!» Από τότε δεν ηξαναχόρεψα, πέθανε το παιδί μου, πέθανε ο άντρας μου. Ήτον ωραία πράματα… Τους έβλεπες κι είναι μαζί. Τώρα ζουν 5-6 χρόνια…μετά παντρεύγουντο, μετά χωρίζου`. Μα είναι δουλειές αυτές; Άιντε άιντε…

Η: Δε χωρίζανε παλιότερα ε;

Φ: ΄Εν ηχωρίζανε γιατί ντρέπουντο, ακούς;

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ
  • Αφήγηση
  • Συνέντευξη
    Ιανουάριος 2004, Καλοταρίτισσα
  • Έρευνα
    Ηλίας Πράσινος