Άμα δουλεύγαμε στις Μάκαρες, το Σαββάτο που ηρχούμαστε, παίρναμε τον Ηλία και μας ήπαιζε όλη νύχτα
Ο Μπαρμπα Λιας ο βιολιτζής. Γλέντια μετά τη δουλειά. Κρασιά
Κ: Μπόλικα κρασά, ηπίναμε, ηγλεντούσαμε, χορεύγαμε.
Η: Κάνατε γλέντια;
Κ: Είχαμε το συγχωρημένο τον Ηλίαν εκεί πέρα κι ήπαιζε το βιολί.
Καλ: Γυρίζαν τα χωριά.
Κ: Κάθε Κυριακή είχαμε γλέντι, κάθε Κυριακή.
Η: Και πού μαζευόσασταν, το γλέντι πού γινότανε;
Κ: Εδώ… πού ΄ναι το χτίριον αυτό του Τσαβαρή το μεγάλο; Από κάτω. Ήτανε μαγαζί τότες, τώρα το πούλησεν… Κάθε Κυριακή γλέντι. Όλοι, παιδιά και γέροι, όχι μόνο οι νεαροί. Άμα δουλεύγαμε στις Μάκαρες, το βράδυ το Σαββάτο που ηρχούμαστε, παίρναμε τον Ηλία και τον είχαμεν εκεί και μας ήπαιζε όλη νύχτα, οι νεαροί, καμιά εικοσαριά παιδιά στην ηλικία σου.
Η: Αυτά όλα τώρα πριν τον πόλεμο ή μετά τον πόλεμο?
Κ: Πριν τον πόλεμο. […]
Η: Μετά πώς ήτανε;
Κ: Και με τον πόλεμο ηπίναμε, ηγλεντούσαμε. Παίρναμε από τη Σαντορίνη κρασά πολλά. Μα είχεν εδώ κρασί πολύ, ο Μοσχονάς ήκαμε τόνους, εδώ ήτον όλο αμπέλια. Δύσκολα χρόνια, αλλά ήτον ωραία. Δεν το βάλαμε κάτω και με την Κατοχή. Δυο ζάρες εκατονεικοσάρες κρασίν είχαμε από τη Σαντορίνη. Μόλις ηδειάζαν, τις ηγεμίζαμε.
Οι γάμοι στα παλιά χρόνια. Το γλέντι γάμου του Βαγγελιού.
Η ζωή και οι δουλειές στη Μεσαριά. Ζευγάρισμα χωραφιών και μελίσσια.
Γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες.