Μια χρονιά θυμάμαι βγάλαμε πέντε χιλιάδες οκάδες κρεμμύδι και ήταν το καΐκι στο μώλο και περίμενε και το πήρεν όλο. Και το πουλήσαμε μονήμερα από μέσα από το χωράφι 

© Φωτό: Δέσποινα Σπύρου

Εμπόριο κρεμμυδιών

Λ: Εδώ τι έβγαζε το νησί;

Σ: Εδώ έβγαζε πολύ κρεμμύδι.

Λ: Ξερά κρεμμύδια; Τα δίνατε και…

Σ: Ναι. Ερχόταν από την Κάλυμνο τα καΐκια και φέρνανε διάφορα πράγματα από κει. Και δώνουμεν το κρεμμύδι και παίρναμε από κείνα τα πράγματα.

Λ: Από δω τι σας έλειπε και παίρνατε απ` έξω;

Σ: Σχεδόν όλα. Τότε δεν είχε ούτε σούπερ μάρκετ, ούτε μαγαζί να παίρνουμε. Είχαμεν ένα καΐκι από το Κουφονήσι, το ταχυδρομείο που λέγαμε, αλλά ήτανε μια φορά τη βδομάδα. Και παίρναμεν από κει τα ζυμαρικά, το λάδι από τη Νάξο. Τ` άλλα σχεδόν τα βγάζαμεν εδώ.

Λ: Ζυμαρικά φτιάχνατε καθόλου φρέσκα;

Σ: Όχι.

Λ: Όχι ε; Μακαρόνια…

Σ: Ναι μακαρόνια, ρύζια όλα αυτά τα παίρναμε απ` τη Νάξο.

Λ: Και μικρή που θυμάστε, παιδί που ήσασταν;

Σ: Και μικρή. Και μικρή, και που παντρεύτηκα ακόμα που `ταν το ταχυδρομείο, τα φέρναμεν από τη Νάξο, δεν είχαμεν τίποτα εδώ. Του Νικήτα κάτω του Μαρκουλή ήτανε καφενείο.

Μ: Κρεμμύδι πολύ βγάζαμε και πουλούσαμε. Τόνους, τόνους! Ερχότανε τα καΐκια απ` τη Χίο, απ` τη Σάμο, απ` όλα αυτά τα μέρη, απ` την Κω και φορτώνανε. Ήταν δηλαδή… Άσε που ηπαίρναμε… Θυμάσαι Σοφία; Και λάδι, κι αυτό, αλλά και χρήμα στο χέρι.

Σ: Εκεί κάτω που είναι του του συχωρεμένου του θείου του Γιάννη το χωράφι, που το `χεν τώρα ο Ηλίας ο… […] Εκείνο το χωράφι μια χρονιά θυμάμαι και βγάλαμε πέντε χιλιάδες κιλά. Οκάδες, ήταν τότε οι οκάδες και βγάλαμε πέντε χιλιάδες. Και το βγάζαμε κι ήταν το καΐκι στο μώλο και περίμενε και το πήρεν όλο. Και το πουλήσαμε μονήμερα από μέσα από το χωράφι αυτό το κρεμμύδι.

Β: Μία που το βγάλατε και μία που το πουλήσατε ε;

Σ: Ναι, ναι, δεν είχε φθορά καθόλου.

Μ: Φέρνανε και διάφορα εμπορεύματα αυτοί από κει κάτω ας πούμε. Ό,τι φανταστείς ηφέρνανε. Και έτσι επειδής δεν είχε και συγκοινωνία το νησί τότες καλή κι αυτό, αγόραζε ο κόσμος ό,τι ήθελε. Από πιάτα. από… Όλο το νοικοκυριό, τα πάντα.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ