Στην Αμοργό πήγα εικοσιπέντε χρονώ και έμαθα και είχα αργαλειό κι ήρτα εδώ κι ύφαινα
Εκμάθηση αργαλειού στην Αμοργό
Ηλ: Και πού τη μάθατε, θεία, την τέχνη;
Μαρ: Στην Αμοργό, στη Χώρα. Είχα μια θεία, αδερφή της μακαρίτισσας της μάνας μου, και πήγα, εικοσιπέντε χρονώ την έμαθα. Και είχα αργαλειό κι ήρτα εδώ κι ύφαινα.
Λάρα: Εκεί μένατε, Καλοταρίτισσα;
Μαρ: Καλοταρίτισσα, μάλιστα […].
Λάρα: Είναι εκεί ο αργαλειός τώρα είπατε; Μέσα;
Μαρ: Μέσα, μέσα εκεί είναι.
Ηλ: Και λειτουργεί τώρα ο αργαλειός;
Μαρ: Όχι… Αφού τα παράτησα, δε λειτουργεί.
Ηλ: Και θεία, πώς και πήγατε να μάθετε τον αργαλειό εικοσιπέντε χρονών;
Μαρ: Ήμουνα στην Αμοργό και είχα μια θεία, κι είχεν αργαλειό, και κείνη μου `μαθε.
Λάρα: Στην Αμοργό γιατί πήγατε;
Μαρ: Ήταν η μητέρα μου από κει, η μάνα μου.
Λάρα: Και πήγατε για να μείνετε ή για να…;
Μαρ: Όχι, όχι, πήγα να δω τις θείες μου και με μάθανε εκεί αργαλειό. Μάλιστα.
Ηλ: Κι εδώ ποιος τον έφτιαξε τον αργαλειό αυτόν; Τον φέρατε από την Αμοργό;
Μαρ: Όχι. Ήτο μια γριούλα εκεί στην Καλοταρίτισσα και μου… τον αγόρασα από κείνη. Μα τότε υφαίνανε, υφαίνανε. Είχαν αργαλειά κι υφαίνανε.
Και τις τρίχες των κατσικιώ’ υφαίναμε
Οι υφάντρες της Δονούσας. Η διαδικασία της ύφανσης
Ηλ: Και ποιοι άλλοι ήταν δηλαδή που κάνανε αργαλειό πριν από εσάς;
Μαρ: Εδώ;
Ηλ: Ναι.
Μαρ: Ήτον η μακαρίτισσα η… `ην ηξέρω τι, η μαμή. Η μαμή που `χει το σπίτι εδώ, η Βαγγελιώ η Ψεύταινα ήκανε κι εκείνη αργαλειό.
Ηλ: Α, ήσασταν δηλαδή κάμποσες;
Μαρ: Ήμαστε, αλλά εκείνες… Εγώ την είχα μάθει την τέχνη στην Αμοργό και με προτιμούσαν. Μου φέρναν από το Κουφονήσι, μου φέρναν… Ο Νικολάρας, τον έχετε ακουστά; Μου φερνε τσουβάλια και μου `λεε, «Αυτά θα μου φτιάξεις» και του `φτιαχνα.
Λάρα: Τι έφερνε, μαλλί;
Μαρ: Ναι, ναι, ναι. Φάρδια τα λέγαμε εμείς πρώτα. Μου `φερνε διάφορα χρώματα, όπως είν` εκείνη η τσαντούλα.
Λάρα: Σας το `φερνε φτιαγμένο σε νήμα ή το κάνατε εσείς;
Μαρ: Σε νήμα, σε νήμα, σε νήμα μάλιστα.
Λάρα: Αλλά εσείς εδώ τα κάνατε όλα ε;
Μαρ: Ναι. Εδώ ήβαζα… Είχαμε κάτι ψιλό, στημονάκι το `λέγα`. Ήβαλα το στημόνι και ήβαζα τα φάρδια. Το στημόνι. Το στημόνι είναι η κλωστή που βάλεις στον αργαλειό και τα δένεις. Ναι.
Δεσπ: Πόσες μέρες έπαιρνε μια κουρελού, περίπου;
Μαρ: Ε, ένα φύλλο από κει από την πόρτα μέχρι εδώ, ύφαινα ένα φύλλο την ημέρα. Από κει μέχρι εκεί, μάλιστα. Η κουρελού είναι εύκολη, εύκολη.
Λάρα: Αυτά είναι πιο δύσκολα, τα σεντόνια, τα στρωσίδια;
Μαρ: Ε πιο δύσκολα, πιο δύσκολα.
Λάρα: Πιο λεπτά ε;
Μαρ: Ναι, ναι, ναι. Έχον κάποιοι σαΐτα και περνάγαν.
Ηλ: Είχε πρόβατα στη Δονούσα και παίρνατε μαλλί;
Μαρ: Είχε, είχε. Είχε πολλά πρόβατα, είχε, αλλά βρίσκαμε και από…
Μιχαήλ: Από την Αμοργό τα φέρνανε τα πιο πολλά μωρέ.
Μαρ: Από τη Γιάλη, από την Αμοργό.
Μιχαήλ: Νάξο.
Μαρ: Και τις τρίχες των κατσικιώ` υφαίναμε!
Λάρα: Δεν πήγαινε χαμένο τίποτα.
Μαρ: Όχι, όχι. Τώρα όλ` αυτά παιδάκι μου…
Δεσπ: Μπορείτε να υφάνετε τώρα;
Βαγγ: Όχι κοπέλα μου.
Μαρ: Όλη νύχτα τα βλέπω στον ύπνο μου.
Μιχαήλ: Θέλεις, θέλεις… Δεν είναι μόνο τα χέρια να κουνάς, είναι και τα πόδια…
Βαγγ: Μέχρι τις τρεις η ώρα τα μεσάνυχτα ύφαινε για να κάμει… Να στείλει τον αδερφό μου να σπουδάξει.
Α κουρελούδες, κουρελούδες ύφαινα βουνά
Χάρισμα παλιών υφαντών
Μαρ: Ήρτεν κάποιος, κάποιος ο Λευτέρης που `ναι κει πίσω, που `χει σπίτι εκεί πίσω, και είχα ένα στρωσίδι στο παράθυρο παρμένο εκεί… λιωμένο, χωνεμένο, και μου λέει: «Δώσε μου το και πες μου τι θέλεις να σου δώσω.» Για έθιμο, να το πάρει παλαιό.
Δεσπ: Και του το δώσατε;
Μαρ: Ω τι να το κάμω; Και να μου το πληρώσει σιγά, αφού είναι κομ… Κουρέλια.
Ηλ: Κουρέλια ε;
Μαρ: Ε ναι. Α κουρελούδες, κουρελούδες ύφαινα βουνά.
Κανόνες ποτίσματος στα περιβόλια. Η δίκη στην πηγή. Ιστορίες για νεράιδες στη βρύση.
Παλιές ιστορίες για πειρατές και κλέφτες. Η σπηλιά του Πονήρη, ζωοκλοπές, τα βασιλικά, οι Γαϊδουροσπηλιές.
Η ζωή και οι δουλειές στη Μεσαριά. Ζευγάρισμα χωραφιών και μελίσσια.