Εγώ δεν έχω δει τίποτα βέβαια, αλλά πάντως υπήρχανε

© Φωτό: Δέσποινα Σπύρου
Ιστορία για κλάματα παιδιών στη Βρύση
Ε: Τα πλύναμε όλα τα ρούχα κάτω τότες στην βρύση. Είχε ξεχάσει, λέει, η μάνα μου κάποια ρούχα του κρεβατιού, σεντόνια, κι έφυγε να πάει να τα πάρει. Ήτανε σκοτεινά πια, είχε σκοτεινιάσει. Κι όταν γύρισε, λέει, ν` ανεβαίνει, της φάνηκε ότι άκουσε παιδιά και κλαίγανε. Φόβο κείνη; Ώστε να `ρτει, λέει, απάνω, κόντεψε να πεθάνει από το φόβο της. Φοβούμαστε τότες όλοι, ακόμα τώρα φοβάμαι εγώ, όχι τότες… Και τώρα φοβάμαι βέβαια, φοβάμαι, λένε ότι υπήρχανε, δεν ξέρω. Εγώ δεν έχω δει τίποτα βέβαια, αλλά πάντως υπήρχανε.
Τον είδε, λέει, σαν αξιωματικό ντυμένος αξιωματικά και ΄ρχότανε
Ιστορία για συνάντηση με φάντασμα- αξιωματικό στο Μερσήνι
Ε: Ο παππούς μου εμένα ελέγανε, ότι έιχε φύγει… Tότες δεν είχανε ρολόγια, μόνο με τα άστρα, λέγανε με τους… Είν΄ ο Τοιχολάτης, είναι οι Πούλιες, είναι… Δεν ξέρω πως τα λένε τα άλλα, ο Αυγερινός… Λένε όταν πάει όταν πάει η Πούλια εδώ είναι φερειπήν μία η ώρα είναι. Άμα πάει από ΄κει είναι ξημερώματα. Αυτός λοιπόν σηκώθει από το κρεβάτι βιαστικός, πήαινε στο ψάρεμα, να πάει απ΄έξω στο ψάρεμα από ΄δω πίσω και ξύπνησε πιο γρήγορα, έφυγε. Κι όταν πήγε, λέει, εδώ πίσω, που σκιάζουμε πίσω από ΄δώ το δρόμο, είδε λέει ένα αξιωματικό. Τον είδε, λέει, σαν αξιωματικό ντυμένος αξιωματικά και ΄ρχότανε. Εκείνος πήγαινε, αλλά δε φοβόταν όμως εκείνος. Ο παππούς μου δε φοβότανε καθόλου, πήγαινε. Λέει τώρα θα συναντηθούμε, αφού εκείνος έρχεται κι εγώ πάω, θα συναντηθούμε. Για μια στιγμή λέει έιδε, ότι άλλαξε δρόμο. Λέει, γιατί άλλαξε δρόμο ας πούμε και κατέβει από ΄κέι και δεν ήρθε; Κάνει λέει έτσι, το χάνει από μπροστά του, δεν ξέρει τι ήτανε, πάει το ΄χασε. Τότες, λέει, τον ήπιασε ας πούμε ένα ρίγωμα, μια ανατριχίλα, ένας φόβος, αλλα δεν γύρισε πίσω, πήγε, στου Μοσχονά τον κάβο […] εκεί πήγε για ψάρεμα. Ναι πήγε δεν φοβότανε.
Του παρουσιάστηκε ένα βόδι σε μια σπηλιά. Ναι φάντασμα βόδι
Ιστορία για φάντασμα- βόδι στο Χάλαρο
Ε: Τότες λέγανε, ότι υπήρχανε πολλά. Και στο Χάλαρο, λέει, πήγε λέει ένας να μπει μέσα και του παρουσιάστηκε ένα βόδι σε μια σπηλιά. […] Ναι φάντασμα βόδι. Ναι του παρουσιάσθηκε, λέει, ένα βοδι.
Η: Χάλαρο; Πού είναι αυτό;
Ε: Χάλαρο […] έιναι από κάτω από το Μοσχονά, λέγεται Χάλαρο. Εκεί λέγανε, […] ένας θείος μου το λεγε αυτό, πήγε λέει να μπει μέσα κι ήβλεπε ήβλεπε μέσα κι ήταν ένα βόδι, αλλά δεν προχώρησε πιο μέσα αφού το ΄δε, λέει, τον ήπιασε ρίγωμα έτσι, φοβήθηκε και βγήκε κι έφυγε. Και πολλοί πολλοί βλέπανε τέτοια, παλιά. Τώρα δεν υπάρχει τίποτα, τώρα γίναμε, λέω, εμείς σατανάδες και γι΄ αυτό δεν υπήρχουν. Λέγαν ότι βλέπανε, δεν ξέρω. Και πολλοί κι άλλοι. Άλλοι βλέπανε βόδια, άλλοι βλέπανε πως ήτανε γυναίκα, παρουσιάζονταν ας πούμε, ήκανε μορφές, άμα ΄ταν αλήθεια ας πούμε αυτά που λένε. Παρουσιάζουνται μορφές.
Το νερό της Πηγής και από πού έρχεται. Πλύσιμο ρούχων με στάχτη.
Κανόνες ποτίσματος στα περιβόλια. Η δίκη στην πηγή. Ιστορίες για νεράιδες στη βρύση.
Παλιές ιστορίες για πειρατές και κλέφτες. Η σπηλιά του Πονήρη, ζωοκλοπές, τα βασιλικά, οι Γαϊδουροσπηλιές.