Τα πόδια των αστακών ήταν σαν τα κέρατα που είχε ο τράγος

© Φωτό: Δέσποινα Σπύρου

Γούρνες για να διατηρούνται μέσα οι αστακοί ελλείψει ψυγείων

Λάρα: Και αστακούς είχε. […]

Λευτ: Αστακοί ήταν έξω σε γούρνες, εγώ τις πρόλαβα τις αστακογούρνες. Σε γούρνες έξω, σκέψου.

Φανή: Εγώ το θυμούμαι…

Λευτ: Και τώρα πουλάνε, τα αστακούδια τα αυτά τα πουλάνε τώρα. Παλιά τα πετάγαν όλα.

Φανή: Ακούς βρε συ; Αν τα δεις αυτά τα πράγματα που είχαν από κάτω από την αστακόγουρνα, εγώ το θυμούμαι μια χαρά, οι Μυκονιάτες, είναι όπως τις τράους που είναι με τα κόρνα, έτσι δα ήτον τα πόδια τως.

Λευτ: Τα κέρατα των… Τα πόδια των αστακών ήταν σαν τα κέρατα που είχε ο τράγος. Έτσι μεγάλοι ήταν οι αστακοί.

Φανή: Εκείνα τα αυτά… Ηρίχναν τις σκινιές από πάνω και…

Λευτ: Μη βγει κάνα χταπόδι έξω ε;

Φανή: Όχι, για να μην ημπεί ο ήλιος να μην τα… Για τον ήλιο.[…] Μια φορά, λέει…

Λευτ: Ξέρεις, άμα μπει χταπόδι μες στην αστακόγουρνα, πάει.

Φανή: Ξεραθούν όλα.

Λευτ: Ψοφήσαν όλα.

[…]

Φανή: Ακούς Λευτέρη; Ήρχουντο ο παππούς σου με τη συχωρεμένη από το Μοσκονά και της λέει […] «Ε πάαινε βάλε το καζάνι απάνω, να κατέβω επά κάτω στην αστακόγουρνα, θα φέρω εγώ φαΐ.» Βαλεί και πιάνει ένα και […] Ακούς βρε;[…] Ηκατεβαίνε από το Μοσκονά… «Πάνε βάλε τον τέτζερη απάνω. Κατεβαίνω», λέει, «πέφτω έτσι δα οι αστακοί! Πιάνω», λέει, «ένα του καλού καιρού και δώνω εδώ μια μαχαιριά στο στήθο και το φέρνω», λέει, «απάνω και τρώμε», λέει, «μια σαλάτα! Πού θα τις ανεστορήσει», λέει, «τόσα κομμάτια;» Αλλά μεγάλη γούρνα, Λευτέρη. (Μιλάει και ο Σταύρος παράλληλα). Ήθελε να κοπανήσουν ένα, να του αφήκουν και αχινούς[…]

Λάρα: Με αχινούς τους πιάνανε;

Λευτ: Όχι, βάζαν μέσα αχινούς για να φάνε οι αστακοί.

Φανή: Οι αστακοί να φάνε αχινούς. (Μιλάει και ο Σταύρος παράλληλα)

Λάρα: Οι γούρνες πώς ήτανε;

Λευτ: Πέτρινες,[…] στο βράχο ήτανε.

Λάρα: Και πόσο βαθιές ήτανε; 

Λευτ: Δεν ήταν βαθιές. Σαράντα πόντους θα `τανε; Τόσο να `τανε.

Λάρα: Και αυτά μπαίναν και βγαίνανε ή… μέναν εκεί;

Λευτ: Οι αστακοί; Α, δεν μπαινοβγαίνανε, άμα μπαίναν κει τέλος. Γι’ αυτό φοβόντουσαν μην μπει κάνα χταπόδι μέσα[…] γιατί έτσι κι έμπαινε χταπόδι ψοφήσαν όλοι. Το χταπόδι είναι ο εχθρός του αστακού[…]

Μιχ: Τους πιάνανε μικρούς και τους ρίχναν μέσα νομίζω.

Λευτ: Μεγάλους, μεγάλους.

Λάρα: Δηλαδή τους πιάναν και τους ρίχναν στη γούρνα; Δεν κατάλαβα…

Λευτ: Ναι, αντί να τους βάλουν στον πάγο, δεν υπήρχε πάγος τότε και τους έβαζαν σε γούρνα.

Σταύρ: Τότες αστακοί!

Λευτ: Για να `χεις τώρα καμιά αστακόγουρνα έξω, να σου πω εγώ αν θα μείνει αστακός. Μουντάρουν τη νύχτα… 

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ
  • Αφήγηση
  • Τόποι
  • Συνέντευξη
    Νοέμβριος 2011, Καλοταρίτισσα
  • Έρευνα
    Λάρα Καλλίρη, Ηλίας Πράσινος, Μιχάλης Πράσινος. Παρόντες οι Σταύρος Πράσινος (κουνιάδος της), Λευτέρης Πράσινος (γιος του) και η Δέσποινα Σπύρου.