Ξέρεις πόσα πράματα δίνανε για να πάρουνε ένα πιάτο στάρι; Ερχότανε με βάρκες και πουλάγανε των κοριτσιών τις προίκες

Διατροφή επί Κατοχής και ανταλλαγές με άλλα νησιά

H: Με τον πόλεμο ήσασταν εδώ;

Ελ: Ναι.

Η: Μείνατε στη Δονούσα αυτά τα χρόνια;

Ελ: Εδώ, ναι, εδώ.

Η: Τότε πώς ήτανε;

Ελ: Με χόρτα, μόνο με χόρτα, τίποτ` άλλο. Ό,τι βγάζαμε -γιατί τα σπέρναμε τα χωράφια, σπέρναμε και κουκιά, ρεβύθια, φακές, φασόλια, πατάτες βάζαμε. Το σπόρο τον αφήναμε πάντα και κάναμε, αλλά δε μας επαρκούσε να περάσουμεν όλο το χρόνο. Το μόνο που μας λείφτηκε πολύ ήτανε το λάδι και το ψωμί, το λάδι και το ψωμί. Τα άλλα όλα κάναμε. Κάναμε σουσάμια, κάναμε μέλια, κάναμε φακές όπως σας λέω, φασόλια, κουκιά, ρεβύθια, σπέρναμεν από όλα, βγάζαμε γλυκοπατάτα πολύ. Ε, κουτσοπερνάγαμεν από τροφές ένα ορισμένο διάστημα, αλλά τι γινότανε; Πεινούσανε, είχε πολλή δυστυχία μέσα τα Δωδεκάνησα από τη Λέρο, απ` την Πάτμο, απ` τη Νάξο, κι ερχότανε αυτοί με βάρκες και πουλάγανε των κοριτσιών τις προίκες. Και μεις είχαμε υστέρηση, ας πούμε, από παπούτσια, από ρούχα, από ορισμένα πράματα κι αναγκαζόμαστε να δώσουμε… Ένα πιάτο στάρι, ένα πιάτο στάρι λέει, να μας βάλετε, να πάρετε… ξέρεις πόσα πράματα δίνανε για να πάρουνε ένα πιάτο στάρι; Και εκείνο μας λειβότανε ύστερα, γιατί ερχότανε πολλοί. Άλλους τους λυπόσουνα, άλλους τις είχανε ανάγκη. Είχαμεν ανάγκη να πάρουμε κι εμείς, απ` τη Νάξο παίρνανε ρούχα, και από τα Δωσεκάνησα. Ρούχα, πολλά ρούχα, σεντόνια, κουβέρτες, των κοριτσιώ άπιαστα, άθιχτα και τα δίνανε για κομμάτι ψωμί, που λένε. Κι έτσι λοιπό μείναμε κι εμείς στο τέλος χωρίς φαΐ, γιατί δίναμε το ψωμί, δίναμε τον καρπό, επί τω πλείστω καρπό δίναμε.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ