Έφτιαχνε τα εργαλεία, αξίνες, τα δικέλια, τσάπες όλα, ήταν ο γύφτος του νησιού
Ο επισκευαστής εργαλείων στη Μεσαριά, ο «Γύφτος»
K: Γύφτο ποιον λέγανε;
Ελ: Του Αναστάση τον πατέρα.
Η: Γιατί;
Ελ: Στόμωνε, έκανε γύφτικες δουλειές δηλαδή. Έφτιαχνε τα εργαλεία, όλα τα εργαλεία που σκάβανε εδώ, αξίνες, τα δικέλια, τσάπες όλα, ήταν ο γύφτος του νησιού. Είχεν πολλή δουλειά, γιατί είχε τόσους νοικοκυρούς, πάρα πολλούς νοικοκυρούς, και τώρα εκείνα τα χρόνια δεν τους πληρώνανε με το κομμάτι, τους δώνανε από δυο γκαζοντενεκέδες καρπό, κριθάρι, σταρομίγαδο, όχι δηλαδή… ούτε κριθάρι-κριθάρι, ανακατωστά σταρομίγαδο1. Τους δίναν από δυο ντενεκέδες το κάθε σπίτι, ο κάθε νοικοκύρης. Ένα ο πατέρας μου, ένα ο θείος μου ο Βαγγέλης, ένα ο Νικόλας, ένα ο Μαρίνος, ήταν τόσα αδέρφια εδώ στη γειτονιά, ένα ο πεθερός μου. Ό,τι είχανε να πάνε να στομώνει, αφού κάνανε δουλειές αγροτικές, είχαν εργαλεία και πήγαιναν και στομώναν.
- ανάμεικτο σιτάρι και κριθάρι
Η φουβού. Το γάλα της μάνας. Η παρασκευή του καφέ.
Πώς φτιάχνανε τα κάρβουνα
Ο σύζυγος χτίστης, ο βοηθός του ο Γιώργαρος και η κατασκευή τσιμεντόλιθων